φλησκούνι

φλησκούνι
Φυτό γνωστό και με την επιστημονική ονομασία ηδύοσμας ο γλήχων. Τα φύλλα του φυτού αυτού χρησιμοποιούνται ως αφέψημα, κυρίως για τις διαταραχές του στομάχου. Ένα άλλο είδος, ο αμάρακος ή αγριοφλησκούνι, είναι πολυετές, μικρού μεγέθους φρύγανο, πολύκλαδο από τη βάση, με φύλλα ωοειδή. Τα φύλλα αυτά είναι σκεπασμένα με πυκνό μαλλί που αποτελείται από άσπρες πολυκύτταρες διακλαδισμένες τρίχες, τραχιές στην κάτω επιφάνεια, με πυκνή δικτυωτή νεύρωση. Έχει άνθη συνήθως σε διανθείς κεφαλόμορφους κορύμβους και ο καρπός τους είναι τετρακάρυος με σπέρματα μαύρα και γυαλιστερά. Το φυτό αυτό φυτρώνει στην Κρήτη και το αφέψημά του χρησιμοποιείται εναντίον των περισσότερων παθήσεων του στομάχου και γενικότερα του πεπτικού συστήματος, της σπλήνας, των ρευματικών και αρθριτικών, της μήτρας και κατά της δυστοκίας.
* * *
και φλισκούνι και φλυσκούνι και φλασκούνι και φλουσκούνι, το, Ν
βοτ. κοινή ονομασία τών ελληνικών ειδών τού γένους μίνθη ή μέντα τής οικογένειας τών χειλανθών και ιδίως τού είδους Μentha pulegium.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τής λ. βλησκούνι* (βλ. και λ. βληχώνι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • βλησκούνι — το (Μ βλησκούνιν) το βληχώνι, το φλησκούνι. [ΕΤΥΜΟΛ. Το νεοελλ. βλησκούνι < μσν. βλησκούνιν < μτγν. βληχώνι(ον), υποκορ. του βλήχων] …   Dictionary of Greek

  • βληχώνι — το και βληχούνι και γληχώνι (AM βλήχων, η, Α και βληχώ, οῡς, η και γλήχων, ωνος και γληχώ, οῡς, ιων. τ. και γλάχων, ωνος και γλαχώ, οῡς δωρ. τ., Μ και βλήχων, ωνος, ο) το φυτό ηδύοσμος ο γλήχων (mentha pulegium), το φλησκούνι. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης… …   Dictionary of Greek

  • γληχούνι — και γλεχούνι, το το φυτό ηδύοσμος ο γλήχων, μίνθη η πολιά, φλησκούνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < *γληχώνιον, υποκορ. τού αρχ. γλήχων* (πρβλ. βληχώνι και βληχούνι < μτγν. βληχώνιον, υποκορ. τού αρχ. βλήχων)] …   Dictionary of Greek

  • μέντα — (Mentha). Γένος δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των λαμιιδών. Πρόκειται για φυτά των εύκρατων περιοχών του βορείου ημισφαιρίου, τα οποία χαρακτηρίζονται από τα αρωματικά τους φύλλα και τα μικρά τους άνθη. Ιδιαίτερα γνωστό είδος είναι το… …   Dictionary of Greek

  • φλασκούνι — το, Ν βλ. φλησκουνι …   Dictionary of Greek

  • φλισκούνι — το, Ν βλ. φλησκούνι …   Dictionary of Greek

  • φλουσκούνι — το, Ν βοτ. βλ. φλησκούνι …   Dictionary of Greek

  • φλυσκούνι — το, Ν βλ. φλησκούνι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”